Ἰαπύγων

Ἰαπύγων
Ἰάπυγες
the NW.
masc gen pl
Ἰᾱπύγων , Ἰᾶπυξ
the NW.
masc gen pl

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Look at other dictionaries:

  • κανθός — Όνομα μυθολογικών προσώπων. 1. Γιος του Ευβοέα Καννίδη και εγγονός του Άβαντα. Πήρε μέρος στην Αργοναυτική εκστρατεία και σκοτώθηκε στην Κολχίδα από τον βασιλιά των Ιαπύγων. Μερικοί τον θεωρούν επώνυμο της πόλης Ακάνθου της Χαλκιδικής, που… …   Dictionary of Greek

  • συνάμφω — Α και οι δύο ή και τα δύο μαζί («Ἰαπύγων καὶ Μεσσαπίων συνάμφω πεζοὶ μὲν πέντε μυριάδες», Πολ.). [ΕΤΥΜΟΛ. < συν * + ἄμφω «και οι δύο μαζί»] …   Dictionary of Greek

  • Δαυνία — Αρχαία περιοχή της Απουλίας, κοντά στο όρος Γάργανο. Οι κάτοικοί της κατάγονταν από τον μυθικό Δαύνο, τον βασιλιά της Ηπείρου που κατέλαβε τη χώρα και υποδέχτηκε αργότερα με εγκαρδιότητα τον ομηρικό ήρωα Διομήδη. Ήταν μία από τις φυλές των… …   Dictionary of Greek

  • ιταλικοί λαοί — Ονομασία του συνόλου του πληθυσμού της προρωμαϊκής Ιταλίας, που διέφερε στην καταγωγή, στη φυλή και στη γλώσσα από τους Λίγυρες, τους Σικανούς, τους Eτρούσκους και τους Έλληνες αποίκους. Οι νεότερες επιστημονικές υποθέσεις καταλήγουν στο… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”